Νοεμβρίου 03, 2015
No comments
Ιουλίου 24, 2015
No comments
Ιουλίου 14, 2015
No comments
Ιουνίου 22, 2015
No comments
Ιουνίου 16, 2015
No comments
Μαΐου 26, 2015
No comments
Μαΐου 26, 2015
No comments
Μαΐου 22, 2015
No comments
Μαΐου 12, 2015
No comments
Μαΐου 11, 2015
No comments
Μαΐου 02, 2015
No comments
Απριλίου 18, 2015
No comments
Απριλίου 13, 2015
No comments
Απριλίου 06, 2015
No comments
Απριλίου 03, 2015
No comments
Ήταν το πρώτο που μου ήρθε στο μυαλό ερευνώντας ένα θέμα για τις επιλογές εκπαίδευσης στη Στοκχόλμη. Αν είχα παιδιά και φυσικά τη δυνατότητα να το κάνω, θα μετανάστευα στη Σουηδία!
Γράφει ο Άγης Νικολάου
Το σχολείο προσφέρει στον κάθε μαθητή το δικό του φορητό υπολογιστή. Γιατί;
Γράφει ο Άγης Νικολάου
Το Vittra είναι ένας σχολικός οργανισμός στην Σουηδία, ένας είδος «εκπαιδευτικής κοινοπραξίας».
Τα σχολεία Vittra δεν πιστεύουν στις τάξεις. Έτσι λοιπόν αντί οι μαθητές να κάθονται σε μία σειρά από θρανία, κάθονται σε μικρά νησάκια τα «sitting islands».
Μαθητές και δάσκαλοι συναντιούνται σε τραπεζάκια για πικ νικ.
Οι άνθρωποι του Vittra δεν πιστεύουν στην «αίθουσα μελέτης», αλλά στο «Club Lunch», ένας χώρος που μοιάζει με καφετέρια, με πάτωμα σκακιέρα στο οποίο άλλοτε οι μαθητές διδάσκονται και άλλοτε τρώνε!
«Θέλουμε τα παιδιά να εκπαιδεύονται, να μαθαίνουν, να δημιουργούν και να επιλύουν προβλήματα. Για μας είναι πολύ σημαντικό να προσαρμόζουμε τις "διεθνείς" δεξιότητες στο επίπεδο του κάθε παιδιού, ανεξάρτητα από την ηλικία του και να επικοινωνούμε μαζί του σε αυτήν την βάση. Αυτό για μας είναι εφικτό από την άποψη ότι "χρησιμοποιούμε" την πραγματική ζωή και τα πραγματικά προβλήματα και όχι τα "παραδείγματα" που έχουν καμία έως ελάχιστη σχέση με την πραγματικότητα», περιγράφουν Σουηδοί δάσκαλοι.
Ένα ακόμη σημαντικό στοιχείο της σουηδικής εκπαιδευτικής ευφυίας του συγκεκριμένου συστήματος είναι πως ποντάρει στη δημιουργία ενός διεθνούς περιβάλλοντος μέσα στο σχολείο για τους μαθητές που έτσι κι αλλιώς είναι πολίτες όλου του κόσμου:
«Οι ξένες γλώσσες λειτουργούν ως μέσο και όχι ως αυτοσκοπός, για τη δημιουργία ενός διεθνούς περιβάλλοντος στο σχολείο ακόμη και από την προσχολική ηλικία. Με την εκμάθηση μιας ξένης γλώσσας και την εκπαίδευση σε μία σειρά εκπαιδευτικών δεξιοτήτων, πιστεύουμε ότι μπορούμε να φροντίσουμε κάθε παιδί με επιπλέον εργαλεία ώστε να εξερευνήσει τον κόσμο κι έτσι να αποκτήσει μια αυξημένη πολυ-πολιτισμική συνείδηση».
«Τα δίκτυα δεν είναι μόνον για τους ενήλικες. Ακόμη και για τα μικρά παιδιά, η δημιουργία δικτύων είναι σημαντική ώστε να κατανοήσουν το πως ζουν οι άνθρωποι σε όλο τον κόσμο! Ολα τα παιδιά, και οι μαθητές στα σχολεία Vittra έχουν περιέργεια να μάθουν τον κόσμο. Θα πρέπει να το κάνουν αφού έχουν συνειδητοποιηθεί συνολικά, με αίσθημα σιγουριάς, εμπιστοσύνης και αλληλεγγύης για τα οποία έχουν γαλουχηθεί εντός αλλά κι εκτός σχολείου».
Στα 30 σχολεία Vittra, οι τάξεις έχουν ονόματα «the wateringhole», «the show-off», «the cave», «the campfire» and «the laboratory». Τίτλοι που παραπέμπουν σε διαφορετικούς τρόπους διδασκαλίας. Το θέμα είναι η δημιουργία μιας καθημερινότητας για τους μαθητές που βασίζεται στην ατομική ανάπτυξη, στον πολιτισμό, στο περιβάλλον, στον πραγματικό κόσμο!
Εμπνεόμενοι από το εκπαιδευτικό αυτό μοντέλο, οι αρχιτέκτονες της Rosan Bosch Ltd, δημιούργησαν ένα σχολείο δίχως τοίχους, αλλά με χωρικές διαιρέσεις.
Για παράδειγμα στο σχολείο Telefonplan μπορείς αντί για μία συνηθισμένη τάξη, να δεις ένα τεράστιο παγόβουνο το οποίο λειτουργεί ως κινηματογράφος, τμήμα χαλάρωσης και σίγουρα θέτει το πλαίσιο στους μαθητές για έναν διαφορετικό τρόπο έκφρασης και εκπαίδευσης.
Η ομάδα της Rosan Bosch Ltd, εξηγεί πάντως πως δεν είναι όλα τα τμήματα χωρίς την προστασία ενός τοίχου. Όπως συμβαίνει για παράδειγμα στο Dance Hall, την αίθουσα της μουσικής και του χορού ή στο Εργαστήριο Πολυμέσων. Εδώ οι τοίχοι είναι απαραίτητοι. Για να καταλήξει σε αυτό το σχολείο που βλέπετε η Bosch δεν πήρε την γνώμη μόνο των καθηγητών, αλλά και των μαθητών!
Για όποιον μεταναστεύει και ενδιαφέρεται, ας ρίξει μια ματιά στην διεύθυνση: http://vittra.se. Εδώ θα βρει πολλές χρήσιμες αλλά και χρηστικές πληροφορίες!
Μαρτίου 30, 2015
No comments
Ένας πρώην μοναχός κατασκευάζει μόνος του και αποκλειστικά από ανακυκλώσιμα υλικά έναν ολόκληρο καθεδρικό ναό.
Γράφει η Μάρα Ρηγοπούλου
Ο Justo Gallego Martinez (γνωστός ως Don Justo) δεν είναι ένας επαγγελματίας αρχιτέκτονας ή πολιτικός μηχανικός, μα ένας φτωχός Ισπανός αγρότης και πρώην μοναχός, που σε ηλικία 90 χρόνων κατόρ9ωσε με ίδια μέσα να κατασκευάσει έναν μεγάλης κλίμακας καθεδρικό ναό. Από το 1959 Ο Gallego εργάζεται σκληρά για την οικοδόμηση αυτού του ναού, στη περιοχή Mejorada del Campo, ένα προάστιο της Μαδρίτης, χωρίς να διαθέτει την παραμικρή αρχιτεκτονική εμπειρία κατασκευής ή προηγούμενη επαφή με τις οικοδομικές εργασίες.
Ο Don Justo το 1961, βαριά άρρωστος από φυματίωση αναγκάζεται να απαρνη9εί την μοναστική ζωή. Αποχωρεί από το μοναστήρι, υποσχόμενος στον εαυτό του πως εάν καταφέρει να επιζήσει αυτής της σοβαρής ασ9ένειας τότε θα αφιερώσει το υπόλοιπο της ζωής του στην κατασκευή ενός ναού προς τιμήν της Παναγίας. Το 1963, πιστός στον όρκο του, αφού κατόρ9ωσε να ξεπεράσει μια τόσο 9ανατηφόρα νόσο, ξεκινά τις εργασίες ανέγερσης του φιλόδοξου αυτού κατασκευαστικού έργου, αναλαμβάνοντας προσωπικά την διαχείριση και την επίβλεψη της κατασκευής του.
Κάπως έτσι το αξιοθαύμαστο εγχείρημα, αρχίζει να αποκτά σάρκα και οστά, κυρίως με τη συμβολή στις εργασίες κάποιον περιστασιακών ε9ελοντών κα9ώς και την αξιοποίηση ως επί το πλείστον ανακυκλώσιμων υλικών. Ο Don Justo εξακολου9εί να εργάζεται ακατάπαυστα μέχρι και σήμερα στην οικοδόμηση του ναού παρόλο που δεν έχει καμία επιστημονική εξιδίκευση ή προηγούμενη εργοταξιακή εμπειρία σχετική με το χώρο της κατασκευής. Η κατασκευαστική περίοδος δεν έχει ακόμα ολοκληρω9εί και ήδη το ατέρμονο χρονοδιάγραμμα υλοποίησης του έργου διαρκεί περισσότερα από πενήντα χρόνια. Πως όμως θα μπορούσε να συμβεί διαφορετικά, αφού η εκπόνηση της μελέτης δεν έχει πραγματοποιη9εί από εξειδικευμένους επιστήμονες (αρχιτέκτονες, πολιτικούς μηχανικούς ή λοιπό επιστημονικά τεχνικό προσωπικό). Στην δε υλοποίηση του έργου δεν έχει συμμετάσχει κατάλληλο εργατικό δυναμικό με τον απαραίτητο εξοπλισμό.
Όπως ο ίδιος ο Don Justo αφοπλιστικά ομολογεί «κατόψεις του ναού δεν υπήρ3αν ποτέ πάνω σε χαρτί, παρά μονάχα μέσα στο μυαλό μου». Την «ανύπαρκτη», μη εκπονημένη μάλιστα αρχιτεκτονική μελέτη του ναού την ανα9εωρούσε, φορά με τη φορά, αναλόγως με τις δυσκολίες που αντιμετώπιζε αλλά και την έμπνευση της στιγμής. Φυσικά, ποτέ δεν εκδό9ηκε οικοδομική άδεια για το ναό και ποτέ δεν πραγματοποιήθηκε καμία διαδικασία ελέγχου δόμησης ή επίβλεψης από τους αρμόδιους φορείς. Η δε κα9ολική εκκλησία κράτησε αποστάσεις από την ιστορία αυτή, αφού δεν 9έλησε ποτέ να αναγνωρίσει το έργο ζωής του πρώην μοναχού, αποφεύγοντας συστηματικά να υποστήριξει με όποιο τρόπο την προσπά9εια του.
Στο σύνολό της κατασκευής έχουν χρησιμοποιη9εί φυσικά ανακυκλώσιμα πρωτογενή υλικά (όπως πέτρα, ξύλο, λάσπη, άχυρο, χώμα) ή παλιά άχρηστα κά9ε είδους υλικά και σκουπίδια (όπως λάστιχα, τζάμια αυτοκινήτων, λαμαρίνες, εφημερίδες, χαρτόνια, κ.λ.π.). Επιπλέον, χρησιμοποίησε υλικά που προμηθεύτηκε με πολύ χαμηλό κόστος ή και εντελώς δωρεάν, όπως ρετάλια και φύρες κατασκευαστικών υλικών, από εργοτάξια ή περισσεύματα από μάντρες οικοδομών.
Η πρόοδος των εργασιών και η τελική μορφολογία του ναού εξαρτή9ηκαν άμεσα από την ποιότητα και την ποσότητα των υλικών που κά9ε φόρα εξασφάλιζε ο Don Justo, προκειμένου να συνεχίσει τις εργασίες ανέγερσης του. Η δυσκολία ωστόσο αυτή, της α3ιοποιησης απροσδιόριστης ποσότητας και αμφιβόλου ποιότητας και τεχνικών προδιαγραφών υλικών, αποτέλεσε αδιαμφισβήτητα τεράστια πρόκληση για τον πρώην μοναχό, ο οποίος με επι9ετικά ευφάνταστο και δυναμικό τρόπο χρησιμοποίησε «άχρηστα» υλικά μετασχηματίζοντας τα σε οικοδομικά. Ξεπερνώντας με επιτυχία την συνη9ισμένη ερμηνεία και χρήση των ταπεινών trash αντικειμένων και ευτελών υλικών, κατόρ9ωσε να τα αξιοποιήσει στο έπακρο, ανακαλύπτοντας και δημιουργώντας ενστικτωδώς καινούριες και ευφυείς με9όδους εφαρμογής και τεχνοτροπίες, κα9ιστώντας τα πολύτιμα στις διαστάσεις του χώρου και του χρόνου.
..Κάπως έτσι λοιπόν, το καλούπωμα των κολονών πραγματοποιή9ηκε χρησιμοποιώντας παλιά βαρέλια πετρελαίου, τα τοξοτά σενάζ των παρα9ύρων διαμορφώ9ηκαν από ελαστικά φορτηγών των οποίων το αποτύπωμα ακόμη διακρίνεται στην τελική τους επιφάνεια, ενώ αντί τροχαλιών επιστρατεύτηκαν ρόδες ποδηλάτων για την επίτευξη της μεταφοράς των υλικών. Η στα9ερότητα του οικοδομήματος εξασφαλίζεται με την επιπλέον χρήση απαραίτητης ποσότητας τσιμέντου κατά τόπους, ειδικά όπου οι απαιτήσεις αντοχής παρουσιάζονται ιδιαίτερα αυξημένες.
Οι αρχιτεκτονικές αναφορές που αποτέλεσαν πηγή έμπνευσης για το Don Justo προέρχονται κυρίως από την σχετική με τη ναοδομία βιβλιογραφία και από φωτογραφικό υλικό άλλων κα9εδρικών ναών, εκκλησιών και μεσαιωνικών κάστρων της Μαδρίτης.
165.000 εργατοώρες έχουν μέχρι σήμερα δαπανη9εί για να ολοκληρω9εί το 75% του συνόλου του έργου. Μάλιστα ο τρούλος του ναού (εντυπωσιακών διαστάσεων, αφού έχει 40 μέτρα ύψος και 12 μέτρα διάμετρο) είναι εμπνευσμένος από το τρούλο της Βασιλικής του Αγίου Πέτρου στο Βατικανό. Για την τοπο9έτηση μάλιστα, των χαλύβδινων δοκών του 9ολωτού σκελετού ο Don Justo χρειάστηκε την βοή9εια των έξι εγγονιών του και ενός δανεικού οικοδομικού γερανού για την ανέγερσή του. Τα καλοκαίρια συνή9ως είναι αρκετοί οι ε9ελοντές που συμμετέχουν στο «ιερό» project του, ενώ για τις εξειδικευμένες οικοδομικές επεμβάσεις απευ9ύνεται σε έναν τοπικό μάστορα τον οποίο και πληρώνει προκειμένου να εκτελεί πιο σύν9ετες και απαιτητικές εργασίες.
Ο ναός βέβαια δεν έχει δαπεδοστρω9εί ακόμη ενώ παράλληλα εκκρεμεί η εφαρμογή αρκετών αρχιτεκτονικών τελειωμάτων και κατασκευαστικών λεπτομερειών. Παρ’ όλα αυτά, η πρόοδος των εργασιών κάτω από τις παρούσες συν9ήκες είναι εντυπωσιακή, όπως εύκολα διακρίνεται και στις φωτογραφίες. Η κάτοψη του κα9εδρικού ναού είναι ίση με το εμβαδόν μισού γηπέδου ποδοσφαίρου, ενώ ο εσωτερικός χώρος διαιρείται από διαφόρων διαστάσεων καμάρες, κάποιες από τις οποίες είναι ήδη διακοσμημένες από αγιογραφίες.
Ειδικοί εκτιμούν πως για την ολοκλήρωση του κα9εδρικού ναού θα χρειαστούν τουλάχιστον δεκαπέντε με είκοσι χρόνια ακόμα. Μα αυτή είναι μία πληροφορία, που καμία α3ία δεν έχει για τον 90χρονο άντρα, κα9ώς συνειδητά επιλέγει να μην μιλά για το μέλλον, αφού προτιμά να αγωνίζεται στιγμή με τη στιγμή προκειμένου πραγματικότητα να κάνει το όνειρο του.
Ο κα9εδρικός ναός του Don Justo μπορεί αμφιβόλου αισ9ητικής και στατικής επάρκειας κατασκευή να είναι, μα δεν παύει να αποτελεί ένα ζωντανό μνημείο που καταμαρτυρά τη δύναμη της 9έλησης του αν9ρώπινου πνεύματος. Φόρος τιμής για όλες εκείνες τις ανήσυχες ψυχές που διακρίνει η ικανότητα υπέρβασης κά9ε εμποδίου, ακόμη και αν ανυπέρβλητο φαντάζει. Οραματιστής ή πεισματάρης, όπως και να ‘χει, ο Don Justo υποστηρίζει έμπρακτα τη πίστη του στο 9εό που αγαπά και συγκινεί αλλά και εμπνέει η στοχοπροσήλωση και η με πά9ος αγωνιστικότητα του..
..υπευ9υμίζοντας μας εξάλλου πως, χωρίς πίστη (σε 9εό ή μη) δεν πας που9ενά.-
*Η Μάρα Ρηγοπούλου (mara.rigopoulou@gmail.com) είναι Αρχιτέκτων Μηχανικός
Μαρτίου 28, 2015
No comments
Ο Οδυσσέας Ελύτης μιλά για τον Κάρολο Κουν, 1959.
«Ο Andre Breton υποστήριζε κάποτε, ότι αν μπορούσαμε να κάνουμε μιαν αφαίρεση από τη ζωή μας των στοιχείων που επαναλαμβάνονται ομοιότυπα κάθε μέρα και που δεν έχουν καμιά άλλη σημασία, δηλαδή αν αφαιρούσαμε τις σκηνές όπου τρώμε, όπου ντυνόμαστε, όπου συναλλασσόμαστε με τους άλλους, και συγκολλούσαμε απλά και μόνο τις υπόλοιπες, θα βλέπαμε την ίδια αυτή ζωή που θεωρούσαμε μονότονη, να αποκτά την προοπτική του ονείρου, και θα ανακαλύπταμε, καταγοητευμένοι, τις μυστηριακές σχέσεις που διέπουνε τη συνέχισή της μέσα στον κόσμο. Με έναν τρόπο ανάλογο, θα έλεγα ότι αν μπορούσε να δει κανείς την εποχή μας στη βαθύτερη ουσία της, αν αγνοούσε τα χαρακτηριστικά που συγκροτούν την πρόσοψή της και κρατούσε μονάχα τις δραματικές της στιγμές και τον διαλογικό της χαρακτήρα, θα βρισκότανε μπροστά σε ένα παράξενο έργο που η σφραγίδα της σκηνοθεσίας του θα είχε παράξενη ομοιότητα με τη σφραγίδα της σκηνοθεσίας του Καρόλου Κουν. Με αυτό δεν θέλω να πω ότι ο Θεός του ΧΧου αιώνα είναι μαθητής του Κουν, αλλά ότι ο Κουν, ασφαλώς είναι μαθητής του Θεού (θα έπρεπε ίσως να πω του Δαίμονα) των ημερών μας.
Η ζωή, ο κόσμος, οι σχέσεις των ανθρώπων οι φανερές και οι κρυφές, οι κρυφές προ πάντων, δεν υπάρχουν γι αυτόν παρά για να οργανωθούν στο ποσοστό που χρειάζεται, ώστε να ξεφύγει το φαινόμενο της ζωής από την ψυχρή παράταξη άψυχων εικόνων και να μεταβληθεί σε όνειρο και σε θαύμα. Ότι είναι οι λέξεις για τον ποιητή ή τα χρώματα για τον ζωγράφο, είναι γι αυτόν το καθημερινό, σκόρπιο υλικό της εκφραστικής των ανθρώπων. Οι κινήσεις, οι σιωπές, οι φωτισμοί, ο τόνος της φωνής και χίλια δυο άλλα, που για μας περνούν απαρατήρητα, είναι τα υλικά που του αρκούν για να ανεβάσει την πραγματικότητα στο αυθεντικό της επίπεδο, που είναι το επίπεδο της ψυχής. Τι είναι αλήθεια; Τι δεν είναι; Τι θέλει αυτή η γυναίκα που μας κοιτάζει από αντίκρυ με τα σκοτεινά και δακρυσμένα μάτια της; Αυτός ο χτύπος, έξω στο δρόμο, άραγε να σήμανε για μας; Για τη μοίρα μας; Αύριο, μεθαύριο, θα είμαστε ακόμα εδώ ή μακριά – πολύ μακριά; Θεέ μου, τι απίθανες ιστορίες κείτονται αποκοιμισμένες πίσω από αυτά τα χλωμά, κέρινα πρόσωπα των νυχτερινών λεωφορείων… Ω, ναι, μια άλλη ζωή παίζεται μέσα σε τούτη. Σαν σκοτεινή τεθλασμένη διατρέχει τις ημέρες μας, που και όταν ο ήλιος τις φωτίσει, παρατείνουν ένα σκοτάδι με πολλαπλές αποχρώσεις.
Οι άνθρωποι μίλησαν πολύ με τα πιστόλια, και αυτό, οι άξιοι δραματικοί συγγραφείς του καιρού μας το υπονοήσανε, ακόμη και όταν έβαλαν στα χείλη των ηρωίδων τους λόγια λατρείας και τρυφερότητας. Ο Κάρολος Κουν έθεσε την ευαισθησία του στην υπηρεσία της δεύτερης αυτής ζωής των έργων, που κλείνεται δυνάμει μέσα στην πρώτη. Και αυτή ζήτησε να ζωντανέψει μέσα στο στενό κύκλο της σκηνής του, που – πρέπει να το ομολογήσουμε – λειτούργησε σαν πελώριος συγκεντρωτικός φακός στα χέρια του. Σήμερα, όπως και πριν από εικοσιπέντε χρόνια, νέοι, με γυαλιστερό μαλλί και συλλογισμένα πρόσωπα τον ακολουθούνε. Ανάμεσά τους, ο ίδιος. Αυτός που τους εμπνέει, προχωρεί ανέπαφος από τη σκόνη του χρόνου, στο πρώτο σκαλοπάτι των αναζητήσεων και των προβληματισμών, με την αίγλη της νεότητας και του πάθους.
Μια μέρα, όταν εμείς περάσουμε, στους διαδρόμους και στα παρασκήνια των θεάτρων θα μιλούνε για την «εποχή του Κουν». Οι ιστορικοί θα τον τοποθετήσουνε, και δίκαια, στον αστερισμό που ανέτειλε για τον ελληνικό ορίζοντα, κάπου γύρω στα 1935, και που είχε σαν αποτέλεσμα να σημάνει βαθιές ανανεωτικές μετατοπίσεις σε όλους τους τομείς. Ήταν η στιγμή που η πεζογραφία πέρασε με μεγάλα βήματα από τους κάμπους και τα βουνά στις αστικές πολιτείες, κι από τον έναν άνθρωπο στις ομάδες των ανθρώπων με τα πολύπλοκα ψυχολογικά συμπλέγματα. Η στιγμή που η ζωγραφική εγκατέλειψε τις εικονιστικές ακολασίες για να περιοριστεί στην πλαστική ουσία των μορφών και να την εμβαθύνει. Και που η ποίηση με μια της χειρονομία, έβαλε τέρμα οριστικό στη φωνασκία και στην ωραιοπάθεια.
Ο χαμηλός τόνος και η συνειρμική του ονείρου που πρώτη αυτή εδίδαξε, πέρασε σχεδόν ταυτόχρονα στη δραματική έκφραση με πρωταγωνιστή και φορέα της τον ιδρυτή του «Θεάτρου Τέχνης» και της ομώνυμης δραματικής του Σχολής. Τα στελέχη της, οι νέοι που θα έχουν αποφοιτήσει ως τότε, όποιο δρόμο κι αν έχουνε πάρει, θα κρατούνε, φαντάζομαι στην ανάμνησή τους πέρα από αυτά τα ιστορικά και χρήσιμα, κάτι άλλο, πιο πολύτιμο ακόμη: την παροιμιώδη, την φανατική προσήλωση του Δασκάλου τους στο αυστηρό νόημα της Τέχνης. Θα τον βλέπουν, ακόμη και σε έναν άλλο κόσμο, εκεί όπου το πάθος έξω από τον χρόνο εξακολουθεί να πραγματοποιείται επ’ άπειρον, καθισμένο μπροστά σε ένα τασάκι φορτωμένο αποτσίγαρα, να παρατά ξαφνικά το μεγάλο φλιτζάνι με το διπλό καφέ του, και να πετάγεται όρθιος, κάτω από τους σαρανταπέντε προβολείς της σκηνής του, για να διορθώσει σε έναν ασήμαντο ηθοποιό μιαν ασήμαντη χειρονομία, με την ιερή αγανάκτηση εκείνου που ξέρει ότι κι αυτό το ελάχιστο ακόμη, είναι ικανό να ανατρέψει την ιδανική τάξη και τη συγκλονιστική ομορφιά του οράματός του.»
Και ο Κάρολος Κούν για το Θέατρο. Απόσπασμα από τη διάλεξη που δόθηκε στις 17 Αυγούστου 1943 για τον Όμιλο των Φίλων του «Θεάτρου Τέχνης»
«…Δεν κάνουμε θέατρο για το θέατρο. Δεν κάνουμε θέατρο για να ζήσουμε. Κάνουμε θέατρο για να πλουτίσουμε τους εαυτούς μας, το κοινό που μας παρακολουθεί κι όλοι μαζί να βοηθήσουμε να δημιουργηθεί ένας πλατύς, ψυχικά πλούσιος και ακέραιος πολιτισμός στο χώρο μας. Μόνος του ο καθένας είναι ανήμπορος. Μόνος του ο καθένας από σας τους πιο κοντινούς στην προσπάθειά μας, είναι ανήμπορος. Μαζί ίσως κάτι μπορέσουμε να κάνουμε. Το θέατρο, ως μορφή Τέχνης, δίνει τη δυνατότητα να συνδεθούμε, να συγκινηθούμε, ν’ αγγίξουμε ο ένας τον άλλον, να νιώσουμε μαζί την αλήθεια. Να γιατί διαλέξαμε το θέατρο σα μορφή εκδήλωσης του ψυχικού μας κόσμου…»
Πηγή: Αρχεία Θέατρου Τέχνης
«Ο Andre Breton υποστήριζε κάποτε, ότι αν μπορούσαμε να κάνουμε μιαν αφαίρεση από τη ζωή μας των στοιχείων που επαναλαμβάνονται ομοιότυπα κάθε μέρα και που δεν έχουν καμιά άλλη σημασία, δηλαδή αν αφαιρούσαμε τις σκηνές όπου τρώμε, όπου ντυνόμαστε, όπου συναλλασσόμαστε με τους άλλους, και συγκολλούσαμε απλά και μόνο τις υπόλοιπες, θα βλέπαμε την ίδια αυτή ζωή που θεωρούσαμε μονότονη, να αποκτά την προοπτική του ονείρου, και θα ανακαλύπταμε, καταγοητευμένοι, τις μυστηριακές σχέσεις που διέπουνε τη συνέχισή της μέσα στον κόσμο. Με έναν τρόπο ανάλογο, θα έλεγα ότι αν μπορούσε να δει κανείς την εποχή μας στη βαθύτερη ουσία της, αν αγνοούσε τα χαρακτηριστικά που συγκροτούν την πρόσοψή της και κρατούσε μονάχα τις δραματικές της στιγμές και τον διαλογικό της χαρακτήρα, θα βρισκότανε μπροστά σε ένα παράξενο έργο που η σφραγίδα της σκηνοθεσίας του θα είχε παράξενη ομοιότητα με τη σφραγίδα της σκηνοθεσίας του Καρόλου Κουν. Με αυτό δεν θέλω να πω ότι ο Θεός του ΧΧου αιώνα είναι μαθητής του Κουν, αλλά ότι ο Κουν, ασφαλώς είναι μαθητής του Θεού (θα έπρεπε ίσως να πω του Δαίμονα) των ημερών μας.
Η ζωή, ο κόσμος, οι σχέσεις των ανθρώπων οι φανερές και οι κρυφές, οι κρυφές προ πάντων, δεν υπάρχουν γι αυτόν παρά για να οργανωθούν στο ποσοστό που χρειάζεται, ώστε να ξεφύγει το φαινόμενο της ζωής από την ψυχρή παράταξη άψυχων εικόνων και να μεταβληθεί σε όνειρο και σε θαύμα. Ότι είναι οι λέξεις για τον ποιητή ή τα χρώματα για τον ζωγράφο, είναι γι αυτόν το καθημερινό, σκόρπιο υλικό της εκφραστικής των ανθρώπων. Οι κινήσεις, οι σιωπές, οι φωτισμοί, ο τόνος της φωνής και χίλια δυο άλλα, που για μας περνούν απαρατήρητα, είναι τα υλικά που του αρκούν για να ανεβάσει την πραγματικότητα στο αυθεντικό της επίπεδο, που είναι το επίπεδο της ψυχής. Τι είναι αλήθεια; Τι δεν είναι; Τι θέλει αυτή η γυναίκα που μας κοιτάζει από αντίκρυ με τα σκοτεινά και δακρυσμένα μάτια της; Αυτός ο χτύπος, έξω στο δρόμο, άραγε να σήμανε για μας; Για τη μοίρα μας; Αύριο, μεθαύριο, θα είμαστε ακόμα εδώ ή μακριά – πολύ μακριά; Θεέ μου, τι απίθανες ιστορίες κείτονται αποκοιμισμένες πίσω από αυτά τα χλωμά, κέρινα πρόσωπα των νυχτερινών λεωφορείων… Ω, ναι, μια άλλη ζωή παίζεται μέσα σε τούτη. Σαν σκοτεινή τεθλασμένη διατρέχει τις ημέρες μας, που και όταν ο ήλιος τις φωτίσει, παρατείνουν ένα σκοτάδι με πολλαπλές αποχρώσεις.
Οι άνθρωποι μίλησαν πολύ με τα πιστόλια, και αυτό, οι άξιοι δραματικοί συγγραφείς του καιρού μας το υπονοήσανε, ακόμη και όταν έβαλαν στα χείλη των ηρωίδων τους λόγια λατρείας και τρυφερότητας. Ο Κάρολος Κουν έθεσε την ευαισθησία του στην υπηρεσία της δεύτερης αυτής ζωής των έργων, που κλείνεται δυνάμει μέσα στην πρώτη. Και αυτή ζήτησε να ζωντανέψει μέσα στο στενό κύκλο της σκηνής του, που – πρέπει να το ομολογήσουμε – λειτούργησε σαν πελώριος συγκεντρωτικός φακός στα χέρια του. Σήμερα, όπως και πριν από εικοσιπέντε χρόνια, νέοι, με γυαλιστερό μαλλί και συλλογισμένα πρόσωπα τον ακολουθούνε. Ανάμεσά τους, ο ίδιος. Αυτός που τους εμπνέει, προχωρεί ανέπαφος από τη σκόνη του χρόνου, στο πρώτο σκαλοπάτι των αναζητήσεων και των προβληματισμών, με την αίγλη της νεότητας και του πάθους.
1979 Επίδαυρος, «Ιππείς» με το Θέατρο Τέχνης σε μουσική Μ. Θεοδωράκη. Ο ποιητής ανάμεσα στους Διονύση και Βασίλη Φωτόπουλο. |
Ο χαμηλός τόνος και η συνειρμική του ονείρου που πρώτη αυτή εδίδαξε, πέρασε σχεδόν ταυτόχρονα στη δραματική έκφραση με πρωταγωνιστή και φορέα της τον ιδρυτή του «Θεάτρου Τέχνης» και της ομώνυμης δραματικής του Σχολής. Τα στελέχη της, οι νέοι που θα έχουν αποφοιτήσει ως τότε, όποιο δρόμο κι αν έχουνε πάρει, θα κρατούνε, φαντάζομαι στην ανάμνησή τους πέρα από αυτά τα ιστορικά και χρήσιμα, κάτι άλλο, πιο πολύτιμο ακόμη: την παροιμιώδη, την φανατική προσήλωση του Δασκάλου τους στο αυστηρό νόημα της Τέχνης. Θα τον βλέπουν, ακόμη και σε έναν άλλο κόσμο, εκεί όπου το πάθος έξω από τον χρόνο εξακολουθεί να πραγματοποιείται επ’ άπειρον, καθισμένο μπροστά σε ένα τασάκι φορτωμένο αποτσίγαρα, να παρατά ξαφνικά το μεγάλο φλιτζάνι με το διπλό καφέ του, και να πετάγεται όρθιος, κάτω από τους σαρανταπέντε προβολείς της σκηνής του, για να διορθώσει σε έναν ασήμαντο ηθοποιό μιαν ασήμαντη χειρονομία, με την ιερή αγανάκτηση εκείνου που ξέρει ότι κι αυτό το ελάχιστο ακόμη, είναι ικανό να ανατρέψει την ιδανική τάξη και τη συγκλονιστική ομορφιά του οράματός του.»
Και ο Κάρολος Κούν για το Θέατρο. Απόσπασμα από τη διάλεξη που δόθηκε στις 17 Αυγούστου 1943 για τον Όμιλο των Φίλων του «Θεάτρου Τέχνης»
«…Δεν κάνουμε θέατρο για το θέατρο. Δεν κάνουμε θέατρο για να ζήσουμε. Κάνουμε θέατρο για να πλουτίσουμε τους εαυτούς μας, το κοινό που μας παρακολουθεί κι όλοι μαζί να βοηθήσουμε να δημιουργηθεί ένας πλατύς, ψυχικά πλούσιος και ακέραιος πολιτισμός στο χώρο μας. Μόνος του ο καθένας είναι ανήμπορος. Μόνος του ο καθένας από σας τους πιο κοντινούς στην προσπάθειά μας, είναι ανήμπορος. Μαζί ίσως κάτι μπορέσουμε να κάνουμε. Το θέατρο, ως μορφή Τέχνης, δίνει τη δυνατότητα να συνδεθούμε, να συγκινηθούμε, ν’ αγγίξουμε ο ένας τον άλλον, να νιώσουμε μαζί την αλήθεια. Να γιατί διαλέξαμε το θέατρο σα μορφή εκδήλωσης του ψυχικού μας κόσμου…»
Πηγή: Αρχεία Θέατρου Τέχνης
Πρόβες «Ορέστειας» |
Μελίνα Μερκούρη και Γιάννης Φέρτης στο «Γλυκό πουλί της νιότης» του Τενεσί Γουίλιαμς. Παράσταση Θεάτρου Τέχνης, 1960 |
Μαρτίου 27, 2015
No comments
Ο Κάρλ Κρατσάιζεν (Karl Krazeisen) από το Παλατινάτο της Βαυαρίας (1794-1878), που το όνομά του στα γερμανικά σημαίνει: «σιδερένιο ξύστρο για παπούτσια», είναι ο αυτοδίδακτος ζωγράφος ο οποίος σχεδίασε με μολύβι εκ του φυσικού, τις προσωπογραφίες των Ελλήνων ηρώων και Ευρωπαίων συναγωνιστών του από το 1826 ως το 1827.
Γράφει η Αιμιλία Πανταζή
Ο συνολικός αριθμός των έργων του ανέρχεται σε 39 σχέδια με μολύβι σε χαρτί μικρού και μεσαίου μεγέθους, στα οποία συμπεριλαμβάνονται οι προσωπογραφίες των αγωνιστών, 21 υδατογραφίες από τοπία με αρχαιότητες, κάστρα, θαλασσινά και στεριανά τοπία με ναυτικούς και χωρικούς και 31 σχέδια με μολύβι με μνημεία και πολεμικές συνθέσεις σε χαρτί μεγάλου μεγέθους. Συνολικά ανέρχονται σε 91 έργα, σημαντικός αριθμός για τη συλλογή σχεδίων της Εθνικής Πινακοθήκης.
Στρατιωτικός και «πολεμικός ανταποκριτής» στο Ναύπλιο, τον Πόρο, την Αίγινα, τη Σαλαμίνα, ανέδειξε τις προσωπογραφίες των οπλαρχηγών, πυρπολητών, πολιτικών, προεστών και λογίων στο εγκυρότερο νεοελληνικό «Πάνθεον Αθανάτων».
Δεν έφθασε στην Ελλάδα ως περιηγητής ο Κρατσάιζεν αλλά ως στρατιωτικός. Εκείνη την περίοδο το Μεσολόγγι είχε πέσει, ο Ιμπραήμ κυριαρχούσε στην Πελοπόννησο ενώ οι Έλληνες οπλαρχηγοί ζούσαν αντιμέτωποι με τον εμφύλιο σπαραγμό. Τα γεγονότα αυτά τον ωθήσουν στην περιπέτεια της καθόδου στην Ελλάδα. Φαίνεται όμως πως ο τρόπος με τον οποίο εγκατέλειψε τη μονάδα του στη Βαυαρία ήταν τυχοδιωκτικός. Για το λόγο αυτόν επιστρέφοντας στο Μόναχο καταδικάστηκε. Αργότερα επανέκτησε τον στρατιωτικό βαθμό του φτάνοντας μέχρι τον βαθμό του υποστρατήγου.
Ο Κρατσάιζεν είχε συμμετάσχει στην πολιορκία της Αθήνας της 6ης Μαρτίου και της Ακρόπολης στις 22 Απριλίου το 1827. Ο ζωγράφος Βρυζάκης, του αποτίει φόρο τιμής ζωγραφίζοντάς τον ως φιλέλληνα που φορεί στο κεφάλι φέσι, ενώ ο λογοτέχνες μελετητές Παντελής Πρεβελάκης αναφέρεται στην «απαράμιλλη αξιοπιστία των σχεδίων των προσωπογραφιών γιατί η στρατιωτική αγωγή του Κρατσάιζεν και το ρομαντικό πνεύμα τον είχαν προετοιμάσει να θαυμάζει ήρωες».
Η επιμελήτρια της Εθνικής Πινακοθήκης, Μαριλένα Ζ. Κασιμάτη έχει αναφέρει για τον
Κρατσάιζεν: «Δεν είδε τόσο πολύ τους άνδρες ως ήρωες. Η εντύπωση που αποκομίζει ο σημερινός θεατής είναι μάλλον η επιμελημένη αφέλεια με την οποία προσεγγίζει τους ανθρώπους του. Δεν είναι τόσο η μαεστρία του “υπεράνθρωπου”, αλλά η σιωπηρή αθωότητα του χρονικογράφου που οξύνει καθημερινά τη γραφίδα του με το πνεύμα του περιοδεύοντα χρονικογράφου που αντιλαμβάνεται, ότι εκείνη ακριβώς τη στιγμή βιώνει ιστορία. Ίσως για τον λόγο αυτόν φαίνεται οι άνδρες αυτοί να μοιάζουν μεταξύ τους, τουλάχιστον να έχουν όλοι το ίδιο θλιμμένο βλέμμα.»
Όταν ο Κρατσάιζεν επέστρεψε στο Μόναχο έσπευσε το 1828 στο λιθογραφείο του Franz Hanfstängl -το καλύτερο του Μονάχου- και με τη συνεργασία των Hohe, Peter von Hess και Steingrübel την οποία επόπτευε ο ίδιος ολοκλήρωσε την έκδοση του γνωστού λευκώματος με τις 24 λιθογραφίες το 1831, με τον μεταφρασμένο τίτλο: «Προσωπογραφίες των διασημότερων Ελλήνων και Φιλελλήνων, μαζί με μερικές απόψεις και ενδυμασίες, σχεδιασμένες εκ του φυσικού και δημοσιευμένες από τον Καρλ Κρατσάιζεν».
«Τη σημαντική υπερβολή που δεν είχαν στο πρωτότυπο… Με τας πολλάς φωτοσκιάσεις… με την πολλήν χρήσιν των τόνων, με το ατμώδες και το κάπως φαντασμαγορικόν… η λιθογραφία μας έδωσε τους ήρωας μέσα εις την ελαφράν εκείνην ομίχλην εις την οποίαν τους έβλεπε η κοινή φαντασία (στην Ευρώπη)», σημειώνει ο Ζαχ. Παπαντωνίου.
Αξίζει να σημειωθεί πως ο Νικόλαος Γύζης, τότε καθηγητής στο Μόναχο, αναγνώρισε την ιστορική σημασία του έργου του Κρατσάιζεν, προτείνοντας την ένταξή τους στο (τότε ανύπαρκτο) Μουσείο των Αθηνών.
Θετική στάση είχε πάρει και ο γλύπτης Φυτάλης:
«Κατ’ αρχάς του παρελθόντος αιώvos ότε ο Ελληνικός Λαός δια ν’ αποτίναξη τον τουρκικόν ζυγόν πολλοί Φιλέλληνες εκ της Ευρώπης έλαβον μέρος εις τον αγώνα. Μεταξύ αυτών υπήρξε και ο νέος Βαυαρός υπολοχαγός Κ. Κρατσάιζεν μετά του ζωγράφου Χεσς. Ο Κ. Κρατσάιζεν ενθουσιασμένος διά τας ωραιότητας της κλασικής εποχής, διά τους εμπνευσμένoυς ήρωάς της διά την Πατρίδα των, διά τους ιδιοτρόπους αμφιέσεις, έλαβε το μολυβδοκόνδυλον και την πυξίδα εις την χείρα ίνα διαιώνιση παν ό,τι τω εφαίνετο αξίας. Επιστρέφων εις Βαυαρίαν ο καλλιτέχνης ούτος, προέτεινεν εις την Επωνυμίαν Χάνφστενγκελ όπως λιθογραφήση τους επισημοτέρους ήρωας, όπερ και επραγματοποιήθη διά της υποστηρίξεως του Βασιλέως της Βαυαρίας και αυτού τούτου τυγχάνοντος μεγάλου Φιλέλληνος.
Μετά τον θάνατον του Κρατσάιζεν επισυμβάντος εν έτει 1878 τα ιχνογραφήματα και αι υδατογραφίαι του εκληρονομήθησαν παρά της θυγατρός του Μαρίας, συζύγου μου, μετά δε τον θάνατόν της, συμφώνως τη τελευταία αυτής θελήσει περιήλθον εις την κατοχήν μου.
Πάντα τα ιχνογραφήματα τούτα έδειξα τω τέως καθηγητή της εν Μονάχω Ακαδημίας Τεχνών Νικολάω Γύζη ίνα πληροφορηθώ όσο το δυνατόν κάλλιον περί της αξίας αυτών. Η γνώμη του ήτο ότι η θέσις των δύνα¬ται να είναι μόνον το Μουσείον Αθηνών. Αλλ’ εγώ δεν ηδυνάμην να χωρι¬σθώ αυτών εμφορούμενος προ παντός εξ αισθημάτων σεβασμού. Τώρα όμως ων προκεχωρημένης ηλικίας και μη ων βέβαιος ότι μετά τον θάνατόν μου οι διάδοχοί μου θα εφύλαττον μετά της αυτής αγάπης και ευλαβείας τα πολύτιμα ταύτα πράγματα, μοναδικά εις το είδος των, απεφάσισα να τα παραδώσω εις χείρας πατριώτου τινός όστις θα εγνώριζε να εκτίμηση ταύτα. Η αξία των όμως δύναται να καθορισθή μόνον εις απώτερον μέλλον καθ’ όσον εκατό μόνον έτη είναι μικρόν διάστημα δυνάμενον να χρησιμεύη ως γνώμων εκτιμήσεως ιστορικού τινός αντικειμένου».
Ο Ζαχαρίας Παπαντωνίου δημοσιεύει το άρθρο με το οποίο παρακινεί το ελληνικό Δημόσιο να αγοράσει το συνολικό κληροδότημα, το οποίο τελικά αγοράστηκε προς 200.000 δρχ. για λογαριασμό της Εθνικής Πινακοθήκης.
Μαρτίου 25, 2015
No comments