Για να θυμηθείς τα νιάτα σου.
Τότε που όλα τα όνειρα ήταν μπροστά και δεν «ξεψυχούσαν» πίσω…
Ανόθευτα… αυθόρμητα...θαρραλέα.
Όνειρα χωρίς δεύτερες και τρίτες σκέψεις.
Όνειρα με ειλικρίνεια και τσαγανό...
Τότε που δεν υπήρχαν κινητά,ίντερνετ, δεν υπήρχαν social media για να εκτονώνεται άμεσα, εύκολα και... απαίδευτα η παραμικρή έκρηξη που ένιωθε η ψυχή σου…
Τότε υπήρχε ένα κόκκινο τριαντάφυλλο που κάποιος άφηνε στο γραφείο εν τη απουσία σου και άλλοτε το κρατούσες ρομαντικά ή αδιάφορα και άλλοτε το πετούσες στο καλάθι των αχρήστων δίχως καμία ενοχή...
Τότε που δεν μετρούσες φόβους, φθηνές δικαιολογίες, κεκαλυμμένες αλήθειες και στην όποια απόρριψη γυρνούσες εύκολα και γρήγορα σελίδα...
Για να θυμηθείς τότε που ήσουν «σκυλί μονάχο» και σάρωνες τα πάντα στη ζωή, την δουλειά, τις αγάπες, τους έρωτες…
Για να θυμηθείς τις ατέλειωτες γιορτές της ΚΝΕ, τις φασαριόζικες αφισοκολλήσεις, τα γλέντια, τις ζυμώσεις, τα πως και τα γιατί που αν και αδιέξοδα κάποια, μπροστά πίστευες πως σε πήγαιναν. Το αναγνώριζες, το σεβόσουν, αλλά τότε δεν σε ένοιαζε τίποτα. Τα όνειρα ήταν μπροστά...
Για να θυμηθείς τότε που το μόνον που σε ένοιαζε ήταν να έχεις εισιτήριο για το λεωφορείο. Που σε ένοιαζε μόνον τι ώρα φεύγει το τελευταίο δρομολόγιο για να το προλάβεις. Το προλάβαινες. Επέστρεφες με χαρά, ελπίδα κι ένα τσουβάλι όνειρα πριν πας για ύπνο. Ξυπνούσες με ακόμη περισσότερα. Μαχόσουν. Και δεν σ’ ένοιαζε τίποτα παρά μόνον ένα καλύτερο αύριο…
Έσπευσες να αγοράσεις εισιτήρια για την συναυλία του ΚΚΕ για τα 100 Χρόνια του Μίκη Θεοδωράκη για να ξαναθυμηθείς την θλίψη που ένιωσες όταν δεν μπόρεσες να πας στην κηδεία του Ρίτσου, για όλους τους δίσκους που έπαιζες στη διαπασών και διαμαρτύρονταν οι γείτονες, για την γυμνή κιθάρα που έπαιζε για χάρη σου ένας από τους πολλούς φευγαλέους έρωτες… ενώ κάποιος άλλος την ίδια ώρα περίμενε στο σταθμό του τρένου μπας και φανείς...
Έσπευσες ν’ αγοράσεις εισιτήρια για την συναυλία στο Καλλιμάρμαρο για να συναντήσεις ξανά παλιούς γνώριμους, πρώην φίλους, ίσως πρώην εραστές και αγαπημένους για να ξανασυσταθείς… με άλλους όρους, άλλες συνθήκες, άλλη διάθεση, άλλη ψυχή…
Για να τραγουδήσεις με τους υπόλοιπους, ακόμη κι αν η φωνή σου τόσα χρόνια μετά παραμένει… παράφωνη, για να κάνεις ένα τσιγάρο στα… κλεφτά, για να ξορκίσεις τον φόβο, για να εμπνευστείς κάποιους στίχους, για να χορέψεις δίχως να σε νοιάζει πώς έχει γίνει το κορμί και πως το βλέπουν οι άλλοι… για να επιστρέψεις τα όνειρα στο «εμπρός» όπως τους αξίζει…
Για να ξενυχτήσεις κι ας έχεις να ξυπνήσεις χάραμα την επομένη για να πας στην δουλειά.
Για να μην σε νοιάζει -για λίγες ώρες- τίποτα…
Έσπευσες ν’ αγοράσεις εισιτήρια για την συναυλία στο Καλλιμάρμαρο για να ακούσεις ξανά: «Μυρσίνη εσύ δοξαστική...»
...και να ξαναζήσεις το «προ-βάπτισμά της» που έγινε κατά τη διάρκεια μίας νυχτερινής κουβέντας κι ενώ εκείνη ήταν ακόμη στην κοιλιά: «Μυρσίνη; Ωραίο είναι, αλλά γιατί Μυρσίνη; Για την Παναγία την Μυρτιδιώτισσα στα Κύθηρα… Ναι, αλλά: Μυρσίνη εσύ δοξαστική… ο Ελύτης δεν το’ χει γράψει; Ναι ο Ελύτης. Άρα καταλήγουμε: Μυρσίνη!»
Έσπευσες ν’ αγοράσεις εισιτήρια για το Καλλιμάρμαρο από νωρίς για να προλάβεις.
Να πας μαζί με την Μυρσίνη και τα όνειρα σου...
Γεωργία Λινάρδου