ΟΤΑΝ Ο ΣΙΚΕΛΙΑΝΟΣ ΕΓΡΑΦΕ ΣΤΗΝ... ΑΝΝΑ ΤΟΥ: «ΕΙΣΑΙ ΔΙΚΗ ΜΟΥ, ΕΙΜΑΙ ΔΙΚΟΣ ΣΟΥ»...

by - Ιουνίου 20, 2025


Ο έρωτας του Άγγελου Σικελιανού και της Άννας Καμπανάρη - Καραμάνη ήταν θυελλώδης… 

Η Άννα ήταν παντρεμένη με τον κατά 27 χρόνια μεγαλύτερό της γιατρό Γιώργο Καραμάνη, ιδρυτή του πρώτου σανατορίου στο Πήλιο. Όλα πήγαιναν καλά μέχρι που γνώρισε τον μεγάλο της έρωτα… 

Τον Άγγελο Σικελιανό. 

Γνωρίστηκαν σε μια βραδιά ποίησης στην Κηφισιά και μετά ξανά οι δρόμοι τους χώρισαν. Εκείνη επέστρεψε στον σύζυγό της στο Πήλιο και η ζωή συνεχίζεται περίπου όπως ήταν… όχι όμως για πολύ. 

Ο Σικελιανός νοικιάζει ένα σπίτι στο Πήλιο για να είναι κοντά στην Άννα. Γνωρίζει και τον σύζυγό της με τον οποίον κάνει παρέα… 

Επιστρέφει στην Αθήνα και ξεκινά η αλληλογραφία τους… 

Περιγράφει η Άννα Σικελιανού… 

«Όποιος δεν έχει γνωριστεί με την προσωπικότητα και το έργο του Άγγελου και διαβάσει αυτά τα γράμματα μπορεί να τα θεωρήσει υπερβολές ενός ερωτευμένου άντρα και τότε θα πρέπει να αναβάλει αυτή την ανάγνωση, ώσπου να πειστεί πως ό,τι έγραφε τότε το υπαγόρευε το ήθος του και η πίστη του στον Έρωτα… Αυτά τα γράμματα είναι ένας πύρινος διάλογος με μένα, ή καλύτερα ένας μονόλογος, και πολλές φορές μου εξομολογείται τη βιολογική αναζήτηση του Είναι του, τον επίμονο πόθο του για την πληρότητα στην ένωσή του με το Θεό, με τη Ζωή και με το Θάνατο…» 

Γράφει ο Σικελιανός...

14 Απριλίου 1938 

«Πηγή πηγών, η ένωσή μας είν’ απόλυτη, τελειωτική. Ο κόσμος έχει σβήσει. Αστραπές θεϊκές διαβαίνουνε διαρκώς το νου μου. Το βλεφαροσάλεμά Σου μου σκεπάζει και μου ξεσκεπάζει το βυθό του σύμπαντος και του εαυτού μου. Ο κόσμος τώρα πρέπει να ξαναπλαστεί!» 

18 Απριλίου 1938 

«Ψυχή ήταν η φωνή Σου, Αγάπη μου, ζεστή ήταν η φωνή Σου, κι έσμιξε με το αίμα μου και μου χτυπάει μες στην καρδιά μου και τη νιώθω αδιάκοπα μες στο σφυγμό μου! Ω μακρινό μου κάλεσμα, γλυκό, γλυκό! Κι εγώ δεν ήρθα ακόμα, Αγάπη μου, για να ριζώσω εκεί, στα πόδια Σου, στον ίσκιο των φτερών Σου, να βυθίσω έξω από τον κόσμο, πάνω από τον κόσμο, ολόκληρη την Ύπαρξή μου, την αληθινή, τη ζωντανή, την αιώνια Ύπαρξή μου, που μου την ξανάδωκες Εσύ, στην πρώτη αθάνατή της λάμψη, την αμόλυντη… Α, πες μου, πες μου, Αγάπη μου, πως δεν υπάρχει, δεν θα υπάρξει δύναμη ποτέ, μικρή ή μεγάλη, που να σκιάσει το Μυστήριο και το Θάμα που μας ένωσε! Πες μου πως κούνια, κλίνη, τάφος γίναν ένα και στους δυο μας και πως οι ψυχές μας, το αίμα μας, τα κόκαλά μας αξεχώριστα θ’ ανάψουνε στον κόσμο, σ’ όλο του το νόημα, της Ανάστασης το Φως! Πώς Σε ζητάει, πώς σε ζητάει σήμερα, Γλυκιά μου, ο Άνθρωπός Σου! Ας άγγιζα μονάχα σήμερα την άκρη από το φόρεμά Σου, ας έφτανα ως τα πόδια Σου, ως τα πόδια σου μοναχά αυτή την ώρα, για να πιω, να πιω, να πιω, σα σε πηγή!» 

21 Απριλίου 1938 

«Άννα μου, πνοή μου! Αν απ’ την πρώτην ώρα σου ’λεγα για το σπαραγμό του χωρισμού μας, θα ’τανε σα να ’βγανα από την καρδιά μου το μαχαίρι οπού εκείνη τη στιγμή μπήκε βαθιά ως το κόκαλο, και ν’ άφηνα το αίμα μου όλο να χυθεί. Το κράτησα μες στην καρδιά μου για να ζήσω, να μπορέσω να Σε ξαναϊδώ, κι αν θέλεις να μη φύγω από κοντά Σου πια! Κι όλα τα λόγια μου που Σου ’γραψα στο μεταξύ ήτανε βγαλμένα από τη μεγάλη πειθαρχία του Πόνου. Τίποτ’ άλλο… » 

3 Ιανουαρίου 1939 

«Γονατιστός Σου γράφω, λατρεμένη μου, μπρος στο βωμό και μπρος στην Άγια Τράπεζα της Θείας κοιλιάς Σου, μπρος στον άρρητον ανθό της Ομορφιάς Σου, μπρος στο Θείο, το άναρχο λειτούργημα του Μυστηρίου βαθιά Σου! Θεέ, σε ποιους βυθούς συγκίνησης υπέρτατης σκιρτά αμολόγητα το πνεύμα μου, Άννα! » 

Τον Γενάρη του 1939 εγκαταλείπει τον γιατρό Καραμάνη. Ακολουθεί σκάνδαλο και ένα επεισοδιακό διαζύγιο. 

Παντρεύονται στις 17 Ιουνίου του 1940 

«Έφτασα στην Αθήνα στις 12 Ιανουαρίου του 1939 με το τρένο πάλι. Ο Άγγελος με περιμένει και μόλις με βλέπει σκύβει και μου φιλεί τα γόνατα και με κρατάει, τρέμοντας για κάθε μου βήμα, για κάθε μου κίνηση…» 

Στις 2 Ιουλίου 1939 ο Σικελιάνος της γράφει… 

«Είσαι Δική μου, είμαι Δικός Σου! Αυτό μονάχα με γεμίζει, αυτό μονάχα με στυλώνει, αυτό μονάχα με κρατάει στη γη! Οι ρίζες του είναι μας είναι μπλεγμένες κάτου από το χώμα κι ολοένα μπλέχονται και σμίγουνε κι αναζητιώνται και τυλίγονται και πιάνονται κι ένας χυμός μονάχα ανηφορίζει βουίζοντας στις φλέβες μας κι ένας καημός ανοίγει αδιάκοπα σ’ αυτό το χωρισμό την αγκαλιά μας! Α, πώς δουλεύει μέρα – νύχτα μέσα μου, στο σώμα μου όλο, από τα νύχια στην κορφή, αυτή η αδιάκοπη αναζήτηση του νου μου για το νου Σου, των ματιών μου για τα μάτια Σου, της πνοής μου για την πνοή Σου, των ριζών μου για τις ρίζες Σου. Ούτε δευτερόλεπτο δεν σταματά η αδιάκοπη, η ακοίμητη αίσθησή της. Και μήτ’ έχω μέσα μου άλλη αίσθηση ζωής! Να Σε ζητώ μ’ όλες τις ίνες μου όλες τις στιγμές, να κολυμπάω αντίστροφα στο ρέμα της απόστασης για να Σε 'γγίξω. Αυτή είναι τώρα η φοβερή, η ακοίμητη, η απόλυτη ζωή μου. Και θα τη ζήσω, όσο που ρίζες, κλώνοι και κορμός θα γίνουν αιώνια Ένα κι η πνοή του Σύμπαντος στα φρένα μας μια μόνη Μουσική». 

20 Σεπτεμβρίου 1947 

«Έχω πάντα μπρος στα μάτια μου το «Δεκάλογό» Σου. Κι εσύ έχε το «μονόλογό» μου: «Αγάπα με όπως σ’ αγαπώ!». Υ.Γ. Πρόσεχε να μην κουράζεσαι… Από Σε, για Σε κρατιέμαι ακόμα στη ζωήν ετούτη. Σ’ αγαπώ!» 

ΓΡΑΜΜΑΤΑ ΣΤΗΝ ΑΝΝΑ, ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΙΚΑΡΟΣ

Γ.Λιν

You May Also Like

0 comments

Το μήνυμα σας