Τα χέρια της αγάπης

by - Μαΐου 24, 2016

Κάθονται απέναντι μου, στο τραίνο. Η μία νέα, σχεδόν κορίτσι. Κρύβει το βλέμμα της κι όσα αυτό μπορεί να αποκαλύψει, πίσω από τα μεγάλα, μαύρα γυαλιά. 











Γράφει η Aγγελική Πλουμά*

Η άλλη μεγάλη, μεσήλικας, πιο μεγάλη κι από μένα ίσως. Παρατηρώ τα χέρια της μεγαλύτερης γυναίκας και το σύμπλεγμά τους. Χαϊδεύει με τη μία παλάμη της την άλλη, με τον τρόπο που συνηθίζει η μάνα μου. Με τον τρόπο που λέει «τι να κάνω θα στηρίξω τον εαυτό μου ακόμα κι αν απομείνω μόνη». Συγκινούμαι και το βλέμμα μου αρνείται να εγκαταλείψει αυτό το οικείο κράτημα. Παρατηρώντας όμως καλύτερα, καταλαβαίνω πως ξεγελάστηκα. Δεν είναι οι παλάμες της μάνας που είναι μπλεγμένες η μία μέσα στην άλλη. Είναι οι παλάμες της μάνας που κρατούν μέσα τους το χέρι της κόρης. 

Η μικρή είναι αφημένη, σαν να έχει εγκαταλείψει όλο της το σώμα σε κείνη τη παλάμη «που ξέρει». Κοιτάει τάχα αδιάφορα έξω στις γραμμές αλλά ένα ελαφρύ τρέμουλο και ένα διαδοχικό σκούπισμα των ματιών μαρτυράνε πως κάτι τη βασανίζει, ένας πόνος τη περικυκλώνει. Το χέρι της όμως παραμένει εκεί στη φωλιά που σχηματίζουν τα χέρια της μάνας. Ένα κράτημα που δεν είναι σφικτό αλλά σταθερό. Δεν αφήνει αμφιβολίες για το δεδομένο της παρουσίας του αλλά είναι επιτρεπτικό. Ακριβώς όπως οφείλει να είναι κι η αγάπη σκέφτομαι. Προστατευτική αλλά όχι περιοριστική. 

«Θα είμαι εδώ… ακόμα κι αν φύγεις θα είμαι εδώ… θα έχω έτοιμη τη φωλιά που θα μπορείς πάντα να καταφεύγεις… και θα σε περιμένω να γυρίσεις», μοιάζουν να λένε αυτά τα μητρικά χέρια. Κι η κόρη σαν τ` ακούει ανταποκρίνεται με ένα στεναγμό που μοιάζει με προάγγελο λυγμού. Γυρίζει και κοιτάει τη μαμά της, Την κοιτάει και κείνη. Τώρα, το νεανικό κορμί, απομακρύνεται κι άλλο από το παράθυρο και γέρνει ολόκληρο πάνω στο κορμί της μάνας. Εκείνη δεν μετακινείται ούτε μισό χιλιοστό, σαν όλη αυτή την ώρα να μάζευε δύναμη και να δοκίμαζε την ευστάθεια της ακριβώς να υποδεχτεί αυτό το πρόσθετο βάρος. Να το ενσωματώσει, να το αγκαλιάσει, να του δώσει χώρο ν` αναπαυτεί. Σε κείνη τη πράξη εγκατάλειψης και υποδοχής αποτυπώνεται μια συγκινητική πράξη εμπιστοσύνης. 

Στο άπειρο του χρόνου όλα αυτά δεν διαρκούν πάρα λίγα λεπτά όσα η διαδρομή Σύνταγμα – Μεταξουργείο, αλλά αποκαλύπτουν όσα χιλιάδες βιβλία για την αγάπη. Που είναι πανταχού παρούσα, που ανταποκρίνεται στα ανεπαίσθητα: στα δάκρυα που ελλοχεύουν στα βλέφαρα, στο φόβο που κρύβεται στη καρδιά, στην ανησυχία που αναστενάζει στο στήθος. Στην αγάπη που αγκαλιάζει, που χαϊδεύει, που ενσωματώνει, που τελικά απελευθερώνει. Που δοκιμάζει πόσο κοντά, πόσο μακριά… μα τη δύσκολη στιγμή, τη στιγμή του στεναγμού, αποκαλύπτεται. Αποκαλύπτεται και δείχνει ποιος είναι εκεί για σένα και ποιος δεν ήταν ποτέ. 

Καθώς αποβιβάζομαι από το συρμό, στέλνω και στις δυο τους ένα βλέμμα που έχει μέσα την ευχή μου, «να πάνε όλα καλά» και την ευγνωμοσύνη μου για τη συνέρευση που αξιώθηκα.

* Η Αγγελική Πλουμά είναι κάτοχος μεταπτυχιακού τίτλου στη Διοίκηση Επιχειρήσεων, ασχολείται κι είναι ταγμένη στην Ανάπτυξη του Δυναμικού Ατόμων και Οργανισμών. Εφαρμόζει κατ` αποκλειστικότητα στην Ελλάδα το πρόγραμμα ανάδειξης ταλέντων «ο Δρόμος της Πεταλούδας» και είναι συγγραφέας του σχετικού βιβλίου, «Ζωές που ξεχωρίζουν, ιστορίες που μεταμορφώνουν» (Φίλντισι, 2015) καθώς και της συλλογής διηγημάτων «Η Φωνή της Πεταλούδας». Έχει βραβευθεί σε πολλούς πανελλήνιους λογοτεχνικούς διαγωνισμούς. 

You May Also Like

0 comments

Το μήνυμα σας