Κώστας Γιαννάκενας: «Παλεύουμε με νύχια και με δόντια»

by - Οκτωβρίου 15, 2013


«Παλεύουμε με νύχια και με δόντια, πρώτα ως άνθρωποι και μετά ως γιατροί»


Συνέντευξη στη Γεωργία Λινάρδου

Ο Κ. Γιαννάκενας μιλά στην «Κ.Ε.» για τους «μαυραγορίτες της Υγείας», συναδέλφους του γιατρούς που «σπιλώνουν τον κλάδο» και προμηθευτές που «εκβιάζουν (για την εξόφληση των υπερτιμολογημένων προϊόντων τους), κρατώντας σε ομηρία ανθρώπινες ζωές» και τονίζει ότι «δεν μπορούν να μου στερήσουν κι αυτά που έχω δημιουργήσει έντιμα και με αξιοπρέπεια, αλλά ούτε και το μέλλον των παιδιών μου»... 

Υπάρχουν γιατροί που παίρνουν φακελάκι κι άλλοι που εκβιάζουν γι' αυτό. Υπάρχουν άλλοι γιατροί που δεν ζητούν και δεν παίρνουν. Αντιθέτως, βάζουν κι από την τσέπη τους, για να πληρώσουν το εισιτήριο εισαγωγής στο δημόσιο νοσοκομείο κάποιου συνανθρώπου μας που δεν έχει να το πληρώσει. 

Η κουβέντα με τον Κώστα Γιαννάκενα, πρόεδρο της Ενωσης Νοσοκομειακών Γιατρών Αχαΐας, πυρηνικό γιατρό στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο του Ρίου, ξεκινά με μία αγαπημένη του φράση από τον Θουκυδίδη: «Προδότης δεν είναι μόνον αυτός που φανερώνει τα μυστικά της πατρίδας στους εχθρούς, αλλά είναι κι εκείνος που, ενώ κατέχει δημόσιο αξίωμα, εν γνώσει του δεν προβαίνει στις απαραίτητες ενέργειες, για να βελτιώσει το βιοτικό επίπεδο των ανθρώπων, επί των οποίων άρχει». 

Βιογραφικό 

Γεννήθηκε στον Ασσο Κορινθίας, μα δεν μεγάλωσε εκεί. Μετανάστευσε με την οικογένειά του στο Νιουκάστλ της Νότιας Αφρικής. Επέστρεψαν στην Ελλάδα το 1977 και το 1978 έδωσε εξετάσεις και μπήκε στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Πατρών. 

Τα φοιτητικά του χρόνια ταυτίστηκαν με αποχή από κόμματα και οργανώσεις («Εχω ιδεολογία και μπορώ να σκέφτομαι και μόνος μου, χωρίς κομματικές γραμμές», όπως χαρακτηριστικά αναφέρει) και με σκληρή δουλειά. Εκανε μεροκάματο στα χωράφια, μαζεύοντας καρπούζια (και τι δεν έχει μαζέψει...), στις οικοδομές, έγινε μπογιατζής, υδραυλικός κ.λπ. «Δεν ήθελα να ζητάω χρήματα απ' τον πατέρα μου, που -έτσι κι αλλιώς- δεν είχε», θυμάται. 

Επηρεασμένος από τον αγαπημένο του διάσημο καρδιοχειρουργό, Κρίστιαν Μπάρναρντ (έκανε την πρώτη μεταμόσχευση καρδιάς σε άνθρωπο), ήθελε να γίνει καρδιοχειρουργός. Οταν έμαθε πως έπασχε από αρθρίτιδα, θυμήθηκε τον Μπάρναρντ, ο οποίος εξαιτίας ανάλογης πάθησης σταμάτησε να χειρουργεί στα 45 του (!) και άλλαξε πορεία. 

Μετά το Νοσοκομείο Μεσολογγίου με τον τότε διευθυντή Παντελή Λεονάρδο, τον οποίο θεωρεί μέντορά του, «επειδή είναι σπουδαίος άνθρωπος και σπουδαίος γιατρός», καταλήγει στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο του Ρίου. Αξιοπρέπεια Δηλώνει πως, αν έκανε ποτέ του τατουάζ, μόνο μία λέξη θα άφηνε να χτυπηθεί στο δέρμα του: «Αξιοπρέπεια». Εχει εμμονή μαζί της. Την επαναλαμβάνει συνεχώς. 

«Τις καλές εποχές υπήρχαν τα όνειρα και το όραμα της αξιοπρεπούς εργασίας με αξιοπρεπή μισθό, τα οποία σου επέτρεπαν μιαν αξιοπρεπή ζωή. Με την υποβάθμιση του ΕΣΥ, τη μείωση των μισθών και την ταυτόχρονη αύξηση της δουλειάς -λόγω πληθυσμιακών αναγκών- το όνειρο χάθηκε και το αντικατέστησε η απογοήτευση», περιγράφει. 

Και σήμερα; 

«Κάνουμε ό,τι μπορούμε, παλεύουμε με νύχια και με δόντια να τελειώσουμε το έργο μας, πρώτα ως άνθρωποι και μετά ως γιατροί». 

Τονίζει ότι ποτέ δεν πήρε φακελάκι. Τον πιστεύω. Εκείνοι που το παίρνουν είναι «μαυραγορίτες της Υγείας, που σπιλώνουν όλο τον κλάδο και δυστυχώς μένουν στο απυρόβλητο, αφού ο φόβος εμποδίζει τον κόσμο να τους καταγγείλει και το υπουργείο δεν έχει κάνει κάτι για να το αποτρέψει». Νιώθω πως τα μάτια και τα αυτιά αυτού του γιατρού έχουν δει κι έχουν ακούσει πολλά. Αλλα γράφονται κι άλλα όχι. 

«Είναι τόσο έντονες οι εικόνες του ανθρώπινου πόνου και της εκμετάλλευσής του, που συχνά αναρωτιέμαι τι γυρεύω εδώ. Τι δουλειά έχω εγώ εδώ μέσα; Συνειδητοποιώ, όμως, ότι αυτή είναι η δουλειά μου. Να υψώνω τη φωνή μου σε κάθε τι που θίγει τους συνανθρώπους μου». 

Παράδειγμα; «Τι να πει κανείς για "συνάδελφο", που εξαναγκάζει την ενορία πολύτεκνης χήρας με ανήλικα παιδιά να κάνει έρανο, προκειμένου να χειρουργηθεί για καρκίνο;»... 

Ο φαύλος κύκλος των όσων συντελούνται στο χώρο της δημόσιας Υγείας μοιάζει όχι με ένα μπαλόνι έτοιμο να σκάσει, αλλά με ένα μπαλόνι που ξεφουσκώνει αργά και βασανιστικά, συμπιέζοντας όσους βρίσκονται μέσα και δεν έχουν να πληρώσουν, για να επιβιώσουν! Οταν το μπαλόνι μαραθεί, με το γυρισμό τι γίνεται; 

Στην Πάτρα υπάρχει μεγάλη φτώχεια. 

«Ηλικιωμένοι έρχονται με την ψυχή στο στόμα, μην τυχόν και τους ζητήσουν καμιά εξέταση, γιατί δεν θα 'χουν να την πληρώσουν. Οταν αποφασίσαμε να κλείσουμε το ταμείο και να μην εισπράττονται τα πέντε ευρώ στην είσοδο, μια γιαγιά μού φιλούσε τα χέρια. Τα πέντε ευρώ γι' αυτή τη γιαγιά μπορεί να είναι και το ψωμί πέντε ημερών»... 

«Δεν γίνεται...» 

Ο Κ. Γιαννάκενας δεν θεωρεί τον εαυτό του συνδικαλιστή: «Δεν είμαι συνδικαλιστής με τη σιχαμερή έννοια του όρου, απλώς ασχολούμαι με πράγματα που έχω την υποχρέωση να με απασχολήσουν». Περιγράφει καταστάσεις που έχουν καταγγελθεί από την Ομοσπονδία Ενώσεων Νοσοκομειακών Γιατρών Ελλάδος. 

Ο ίδιος είναι μέλος του Γενικού Συμβουλίου. Πολλά έχουν στηλιτευθεί: «Δεν γίνεται να αγοράζουμε τα γενόσημα φθηνότερα από τα πρωτότυπα, αλλά με πολλαπλάσια τιμή απ' ό,τι πωλούνται στη Σουηδία. Δεν γίνεται να αγοράζουμε γενόσημα, των οποίων η κυκλοφορία έχει απαγορευθεί στην Αμερική, λόγω προσμίξεων. Δεν γίνεται να αγοράζουμε γενόσημα, τα οποία δεν ελέγχονται», επισημαίνει ο γιατρός. 

«Απ' όλα τα νοσοκομεία, ανά πάσα στιγμή, λείπουν διάφορα υλικά. Οι εταιρείες εκβιάζουν, γιατί δεν έχουν πληρωθεί, και ταυτόχρονα οι ίδιες εταιρείες εμπλέκονται σε σκανδαλώδεις συμπεριφορές. Πρόσφατο το παράδειγμα του Νοσοκομείου Τρικάλων, όπου κάποιο μηχάνημα προσφέρθηκε με 40% μεγαλύτερη τιμή απ' ό,τι στο Νοσοκομείο της Βέροιας, από την ίδια εταιρεία. Μαυραγορίτες. Κι αυτοί πρέπει να πληρωθούν, αλλά δεν μπορείς να εκβιάζεις κρατώντας σε ομηρία ανθρώπινες ζωές. Δεν μπορείς να λες, δεν σου δίνω χημειοθεραπευτικά γιατί μου χρωστάς λεφτά, τα οποία μάλιστα είναι προϊόν υπερτιμολόγησης. Ενώ κάνουν πέντε, τα πουλάς είκοσι και διαμαρτύρεσαι κι από πάνω, γιατί δεν σου δίνουν τα λεφτά», υπογραμμίζει ο Κ. Γιαννάκενας. 

Πόσες ώρες δουλεύετε; 

«Ασ' το...» 

Από δω και πέρα, τι; 

«Είμαι διευθυντής του ΕΣΥ. Αυτοκίνητο απέκτησα μετά τα 40 κι αυτό λόγω παιδιών. Με ενδιαφέρει να ζω μόνον από το μισθό μου αξιοπρεπώς, χωρίς φρου φρου κι αρώματα. Είμαι ευγνώμων γι' αυτά που έχω και δεν χρειάζομαι περισσότερα, για να είμαι ευτυχισμένος. Ομως, δεν μπορούν να μου στερήσουν και αυτά που έχω δημιουργήσει έντιμα και με αξιοπρέπεια, αλλά ούτε και το μέλλον των παιδιών μου...» 

Πηγή: ΚΥΡΙΑΚΑΤΙΚΗ-ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ 

You May Also Like

0 comments

Το μήνυμα σας